- στυλοβάτης
- support
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
στυλοβάτης — base of a column masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
στυλοβάτης — ο, ΝΑ, και δωρ. τ. στυλοβάτας Α βάση στύλου, υπόβαθρο, κν. στυλοπάτι νεοελλ. 1. μτφ. βασικός υποστηρικτής, θεμελιωτής («στυλοβάτης τής κυβέρνησης») 2. αρχαιολ. η άνω επιφάνεια τού κρηπιδώματος ναού η οποία αποτελείται από μεγάλες τετράγωνες… … Dictionary of Greek
στυλοβάτης — ο 1. βάθρο κίονα. 2. μτφ., στήριγμα, υποστηρικτής, θεμελιωτής: Η βιοτεχνία αποτελεί το στυλοβάτη της οικονομίας αυτής της χώρας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
στυλοβάται — στυλοβάτης base of a column masc nom/voc pl στυλοβάτᾱͅ , στυλοβάτης base of a column masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
στυλοβάτην — στυλοβάτης base of a column masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
στυλοβάτῃ — στυλοβάτης base of a column masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κρηπίδωμα ή κρηπίδα — Ονομασία, στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική, του βάθρου πάνω στο οποίο οικοδομείται ένα μνημειακό κτίσμα. Το κ. αποτελείται από τρεις αναβαθμούς (σκαλοπάτια) με διαστάσεις μεγαλύτερες των κανονικών. Ο ανώτερος αναβαθμός αποκαλείται στυλοβάτης,… … Dictionary of Greek
Νικόπολις — I Αρχαία πόλη της Ηπείρου, στον λαιμό της χερσονήσου της Πρέβεζας, που την ίδρυσε ο Αύγουστος μετά τη ναυμαχία του Ακτίου (31 μ.Χ.). Η θέση όπου ιδρύθηκε η N. δεν είχε τα προσόντα για να ελκύσει την προσοχή των αρχαίων Ελλήνων. Οι αρχαίοι… … Dictionary of Greek
Stylobate — In classical Greek architecture, a stylobate (Greek: στυλοβάτης) is the top step of the crepidoma, the stepped platform on which colonnades of temple columns are placed (it is the floor of the temple). The platform was built on a leveling course… … Wikipedia
Stylobat — Der Unterbau des griechischen Tempels Der Stylobat oder Stylobates (griechisch ὁ στυλοβάτης von gr. ὁ στῦλος, die Säule, und ἡ βάσις, der Schritt, der Gang) ist die oberste Stufe der Krepis, des Stufenunterbaus griechisch … Deutsch Wikipedia
Estilóbato — Saltar a navegación, búsqueda Estilóbato, en arquitectura, se denomina al escalón superior (o al plano superior) sobre el que descansa el templo griego; forma parte de la crepidoma: una plataforma escalonada que eleva el edificio por encima de la … Wikipedia Español